marxoudi_web1ekfrasi_logolhs_logo

 

Ορθολογισμός και Συναισθήματα*

 

Τον Τόνυ μόλις πρόσφατα τον γνώρισα.  Είχα ακούσει το όνομά-του και είχα δει το ντοκυμανταιρ-του για τις σφαγες στην Μάραθα, την Αλόα και το Σανδαλάρι.  Θαύμαζα την επιμονη και το θάρρος-του να συγκρουστει με ότι πιο χυδαίο έχει να προσφέρει ο ελληνοκυπριακος εθνικισμος.  Όπως και για τους περισσότερους κύπριους, έτσι και για μένα ο Τόνυ παρέμενε ένας άνθρωπος του περιθωρίου, άλλο ένα θύμα του όρκου σιωπης και συγκάλυψης της αλήθειας.

Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όταν άρχισα να έχω επαφη μαζι-του.  Πρώτα από το διαδίκτυο, μετα πρόσωπο με πρόσωπο και τέλος σε συζητήσεις σε μια ατέλειωτη ποικιλία θεμάτων.  Αρχισα σιγα σιγα να γνωρίζω έναν άνθρωπο που η ζωη-του ήταν αφιερωμένη στον αγώνα για την εξάλειψη του μίσους ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, αφιερωμένη στην αποκάλυψη των διακοινοτικων εγκλημάτων σαν μεθοδολογία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δυο κοινότητες.

Τίποτε όμως δεν με προετοίμασε για το βιβλίο-του.  Από την πρώτη σελίδα ένοιωσα μια συναισθηματικη έκρηξη, ένα ξεχείλισμα αισθημάτων που μάταια ανέμενα να φτάσει σε μια κορύφωση και να επιστρέψει σε κανονικους ρυθμους αφήγησης.

…δεν είμαι εγώ ο στόχος αλλά οι άβολες αλήθειες, που κάποιοι ήθελαν να χαθούν στη λήθη της ιστορίας. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού το κράτος θέλει να δείχνει πάντα ότι είναι ιστορικά άμωμο και δεν αρέσκεται σε τέτοιου είδους αμφισβητήσεις. Είναι και τα κτήνη που διέπραξαν αυτά τα εγκλήματα, που δεν διώχθηκαν ποτέ και κυκλοφορούν ελεύθερα ανάμεσά μας. Είναι και οι ιδεολογίες τους, που κρατήθηκαν ζωντανές και πέρασαν στις κατοπινές γενιές, εμπλουτισμένες πλέον και με νεοναζιστικά «ήθη». Θα ήταν βολικό για όλους μας να παραμείνω σιωπηλός, μα η σιωπή δεν είναι ούτε ευθύνη προς την πατρίδα, ούτε στοιχείο ελευθερίας της έκφρασης που ο καθένας πρέπει να διεκδικεί, σε μια δημοκρατική κοινωνία. Πιστεύω πως μια αλήθεια είναι πιο σημαντική από οποιονδήποτε πιθανό κίνδυνο, και θα πρέπει να διακινδυνεύσω, αν μη τι άλλο, από αγάπη για τον λαό μας.

Αυτή η «αγάπη για το λαο-μας» δεν είναι σχήμα λόγου.  Μπορει να πει κανεις πως ολόκληρο το βιβλίο αποτελει μια εκτεταμένη διερεύνηση του δίπολου αγάπη/μίσος, όχι σαν ακαδημαϊκη άσκηση αλλα σαν πρακτικη αντιμετώπιση μιας πραγματικότητας που αρνείται να ακολουθήσει τις δικες-μας προτιμήσεις, μιας πραγματικότητας που επιβάλλει ένα σχεδον ολοκληρωτικο και ισοπεδωτικο πρόσταγμα στις συμπεριφορες των ανθρώπων.  Την πρώτη φορα που προσπάθησε να καταγράψει αφηγήσεις απο επιζήσαντες των σφαγων για το ντοκυμανταιρ-του αντιμετώπισε εχθρικη στάση και άρνηση.  Μετα την προβολη του ντοκυμανταιρ στο βορρα η ατμόσφαιρα άλλαξε ριζικα:

 Στην ίδια αυλή, όπου είχα αρχικά εκδιωχθεί από μια επιζήσασα των σφαγών, ως γκιαούρης, ένα μήνα μετά η ίδια γυναίκα έτρεξε κοντά μου, με τράβηξε στην αγκαλιά της και με φίλησε. Και μόνο με τη θύμηση αυτής της στιγμής, ένα ουράνιο τόξο σχηματίζεται στα μάτια μου. Οι δαίμονες είχαν εξημερωθεί, επειδή ο «γκιαούρης» ήταν τίμιος, δεν αλλοίωσε τα γεγονότα, δεν έφερε το έργο στα μέτρα που θα βόλευαν τη δική του κοινότητα.

Ο δε σύζυγος της γυναίκας αυτής, ο Κασσίμ Ερές, φιλώντας με, μου ψιθύρισε την πρώτη πράξη συμφιλίωσης: «Τζ̆αι εμείς εκάμαμεν σας πολλά, τζ̆αι εμείς εσκοτώσαμεν δικούς σας». Ακούγοντας αυτή τη φράση, ήταν λες και άνοιξε ένας ουρανός μέσα μου. Ο Κασσίμ εκείνη τη στιγμή, χωρίς να το γνωρίζει χάραξε την πορεία πλεύσης μου. Μπορώ ακόμα, δεκαοχτώ χρόνια μετά, να ακούσω τον τόνο της φωνής του και να δω την αγωνία στα μάτια του.

Πίσω από τον ψίθυρο του Κασσίμ, κάπου ανάμεσα στην ανάσα και στη σιωπή, μια άλλη, πιο βαθιά φωνή ξεπήδησε από τη γη που βάσταζε τα πόδια μας. Ήταν η φωνή αίματος όλων των νεκρών της τραγωδίας του 1974, που διακήρυττε τη δική της αλήθεια: «Η ειρήνη στην Κύπρο δεν θα κερδηθεί με την ισχύ των όπλων, αλλά με την προέλαση της αλήθειας».

Αυτη η «προέλαση της αλήθειας» γίνεται το απόλυτο όραμα για τον συγγραφέα.  Πολλες φορες αισθάνεται κανεις πως δεν είναι μόνο ένα απλο εργαλείο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δυο κοινότητες, δεν είναι μόνο μια μεθοδολογία συγχώρεσης και εξιλέωσης.  Αποτελει απο μόνη-της ένα τελικο στόχο, μια σχεδον ερωτικη κατάκτηση που βρίσκεται πάντα δυο βήματα πέρα απο τον ορίζοντα.  Ξανα και ξανα ο συγγραφέας φτάνει αυτο τον ορίζοντα, βλέπει κομμάτια της αλήθειας και συνειδητοποιει πως ο ορίζοντας έχει πάει πιο πέρα, πως υπάρχουν νέες αλήθειες που δεν τις ξέρουμε ακόμα.

Στον πηγαιμό για την αλήθεια, ήταν όλοι παρόντες. Οι Λαιστρυγόνες, οι Κύκλωπες, ο άγριος Ποσειδώνας και μια στρατιά βαρβάρων. Είχαν όλοι στρατοπεδεύσει στο προαύλιο της ιστορίας, προσπαθώντας να κρατήσουν έξω τους παρείσακτους, αυτούς που θα τολμούσαν να αμφισβητήσουν το επίσημο αφήγημα. Δεν ήξερε [ο νεαρος αμφισβητίας] πως η αμφισβήτηση ισοδυναμούσε με «προδοσία», μα ήταν πια πολύ αργά, το καΐκι είχε σαλπάρει πια για την Ιθάκη του.

Η ανακάλυψη της αλήθειας δεν ήταν ευχάριστη για τον συγγραφέα.  Ηταν περισσότερο μια αναδιαμόρφωση της ψυχης-του και των συναισθημάτων-του.  Περιγράφει με πόνο τη διαδικασία της μεταμόρφωσής-του απο ένα ιδεολόγο του έθνους σε ερευνητη που δεν μπορει να συμβιβαστει με το ψέμα.  Τα ευρήματά-του για την αλήθεια της σφαγης στη Μάραθα, το Σανδαλάρι και την Αλόα τον συγκλονίζουν.  Απευθύνεται στον Αντρέα Παράσχο για να βεβαιωθει αν είναι πράγματι αλήθεια όσα έχει ανακαλύψει.

Με άκουσε με προσοχή, καθώς του παρουσίαζα τα ευρήματά μου για τις μαζικές δολοφονίες στη Μάραθα, το Σανδαλάρι και την Αλόα. Ένιωθα σαν εξαπατημένος σύζυγος, που ξαφνικά ανακαλύπτει ότι η σχέση του ήταν ένα ψέμα. Το κράτος μου, που για χρόνια υποστήριζα με πάθος, είχε στους κόλπους του στυγερούς δολοφόνους, που σκότωσαν βρέφη, και δεν έκανε ποτέ τίποτα για να τους καταδικάσει.

«Πες μου, Αντρέα, πως δεν είναι έτσι τα πράγματα, πως είμαι θύμα της τουρκικής προπαγάνδας, να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης…», τον ικέτεψα με δάκρυα στα μάτια.

Σε ένα εκκλησάκι του Πενταδάκτυλου έμελλε να ακούσει τελικα τη μούσα-του για να προχωρήσει στο γύρισμα του ντοκυμανταιρ και, σήμερα, στη συγγραφη του βιβλίου-του.

Ο Σουάτ μάς οδήγησε στο ορθόδοξο εκκλησάκι του χωριού, που μετατράπηκε σε μουσείο με φωτογραφίες των αντρών της Τόχνης που είχαν εκτελεστεί. Ήταν το εικονοστάσι των αγίων της Τόχνης, που σφαγιάστηκαν από βαρβάρους, και όπου θα ήθελα να υπήρχε ένα καντήλι να ανάψω και να προσκυνήσω. Ο Σουάτ δακρυσμένος μού έδειξε τη φωτογραφία τού πατέρα του. Δίπλα από τον πατέρα του, ο αδελφός του, πιο κάτω ο θείος του, τα ξαδέλφια του, οι φίλοι του. «Να, εδώ, δίπλα στον αδελφό μου, θα έπρεπε να ήταν και η δική μου φωτογραφία», μου είπε, και δεν βρίσκαμε πια τρόπο να κρύψουμε τα δάκρυά μας.

Εκεί λοιπόν μέσα στο εκκλησάκι, ήρθε η θεία εντολή, και έκανα το τάμα μου. Μπροστά στα εικονίσματα των αγίων μαρτύρων της Τόχνης, κοίταξα αποφασισμένος τη Χριστιάνα και της εξομολογήθηκα το «ήμαρτον» μου: «Θα κάνω ντοκιμαντέρ!» Δεν υπήρχε άλλη ηθική διέξοδος μέσα μου: «Ή ταν ή επί τας». Είτε θα επιστρέψω νικητής είτε θα επιστρέψω ξαπλωμένος απάνω στην ασπίδα της αλήθειας.

Προσπάθησα να διαβάσω το πιο πάνω απόσπασμα σαν μια συνηθισμένη μεταφορα, ένα σχήμα λόγου παρμένο από την παράδοση για να τονίσει τη βαθεια ενσυναίσθηση του συγγραφέα με το θέμα-του.  Όμως είναι κάτι πολύ πιο δυνατο, πολύ πιο ευλαβικο, αν θέλετε.  Όχι με την έννοια της θρησκείας των παπάδων και των φανατικων αλλα με την ευλάβεια του απλου ανθρώπου και το σεβασμο-του προς το σύνολο και την παράδοσή-του.  Η εκκλησια για τους παπάδες είναι ένας χώρος άσκησης εξουσίας, για τον απλο άνθρωπο ένας χώρος συμμετοχης στο κοινο αίσθημα, την κοινη εμπειρία του να ανήκεις στο σύνολο των ανθρώπων που αγαπας και σέβεσαι και μπορεις να κάμεις θυσίες για χάρη-τους.  Το τάμα του συγγραφέα μπροστα στο «εικονοστάσι των αγίων της Τόχνης» αποτελει τη στιγμη μιας δραματικης αναβάθμισης της σύνδεσής-του με τους Τουρκοκύπριους και ίσως με τον κόσμο ολόκληρο.

Ο συγγραφέας είναι υπηρέτης της αλήθειας.  Κάθε άλλη αξία παίρνει δεύτερη θέση στη σκέψη-του.  Την αλήθεια μπορει κανεις να την υπηρετήσει με δυο τρόπους: με ορθολογιστικη σκέψη και ανάλυση ή με συναίσθημα και πάθος.  Το βιβλίο αναμφίβολα επιλέγει το δεύτερο τρόπο.  Μιλα με πάθος, με συναίσθημα, με ευθύτητα και ειλικρινεια.  Η γλώσσα-του είναι απλη και εκφραστικη.  Αποφεύγει λογοτεχνικες πολυπλοκότητες και οι μεταφορες και οι παρομοιώσεις-του είναι προσιτες σε όλους.

Ωστόσο, όσο προχωρει κανεις στο διάβασμα του βιβλίου, αρχίζει να του δημιουργείται η εντύπωση πως υπάρχει μέθοδος στην τρέλα του συγγραφέα.  Οσο συνηθίζει τη γλώσσα και τη σύνταξή-του ανακαλύπτει πως δεν πρόκειται για ανεξάρτητα συναισθήματα και γεγονότα αλλα για ένα συμπαγες αφήγημα μιας Αλήθειας ερμητικα κλεισμένης στα υπόγεια της εθνικης συνείδησης της ελληνοκυπριακης κοινότητας.  Στόχος του συγγραφέα δεν είναι  να την τεκμηριώσει για ένα περιορισμένο ακροατήριο διανόησης.  Στόχος-του είναι να απελευθερώσει αυτη την Αλήθεια απο το σκοτάδι του εθνικου υποσυνείδητου και να τη φέρει μπροστα στον απλο άνθρωπο, το θύμα μιας συστημικης συγκάλυψης απο ολόκληρο το φάσμα των θεσμων της ελληνοκυπριακης κοινωνίας.  Στόχος-του είναι να δώσει την ευκαιρία και στον τελευταίο αναγνώστη να καταλάβει αυτη την Αλήθεια.  Στόχος-του είναι να μιλήσει στο ευρυ  κοινο, όχι μόνο στους μυημένους.

Είναι αυτη η δομη μια συνειδητη προσέγγιση του συγγραφέα;  Πιθανότατα όχι.  Το γράψιμό-του είναι πηγαίο, σχεδον ακατέργαστο.  Η στιβαρη λογικη που αναφύεται δίνει περισσότερο την αίσθηση ότι το αποτέλεσμα βασίζεται στη βαθεια γνώση του αντικειμένου που έχει αποκτήσει ο συγγραφέας μέσα απο τη δουλεια-του, ότι ο ορθολογισμος-του είναι μέρος των συναισθημάτων-του και των συναισθημάτων των ανθρώπων με τους οποίους ασχολείται.  Το δεύτερο μέρος του βιβλίου, τα δημοσιευμένα άρθρα-του στην Αφρίκα, τον Πολίτη και αλλου φαίνεται να στηρίζουν μια τέτοια προσέγγιση, με το γράψιμο του συγγραφέα να διαγράφει μια εξέλιξη μέσα στο χρόνο που αντανακλα την πορεία συνειδητοποίησης της Αλήθειας απο τον συγγραφέα.

Όπως κι  αν προσεγγίσουμε το θέμα, το βιβλίο του Τόνυ Αγκαστινιώτη είναι μια μαρτυρία πως το ρήγμα δεν είναι μεταξυ λογικης και συναισθημάτων αλλα μεταξυ της σωστης λογικης και των ειλικρινων συναισθημάτων απο τη μια και της προπαγανδιστικης λογικης και των συναισθημάτων που είναι αποτέλεσμα της συστηματικης πλύσης εγκεφάλου απο την άλλη.  Το βιβλίο του Τόνυ Αγκαστινιώτη είναι ειλικρινες, προσιτο στον καθένα και είμαι βέβαιος πως θα αποτελέσει έργο αναφορας για τον αγώνα ενάντια στο ψεύτικο κυρίαρχο εθνικο αφήγημα.

Θέμος Δημητρίου,

23 Ιουνίου 2022

 

* Ομιλία Θέμου Δημητρίου στην παρουσίαση του βιβλίου του Τόνι Αγκαστινιώτη στις 23 Ιουνίου 2022 στη Δημοσιογραφική Εστία